Στις αρχές του χρόνου για πολλά βράδια η 35χρονη Έφη καραδοκούσε έξω από το σπίτι της Ιωάννας στο Μοσχάτο.
Κρυμμένη στο σκοτάδι, την παρακολουθούσε σιωπηλά μέχρι που οι γείτονες φοβήθηκαν ότι κάτι περίεργο συμβαίνει. Ένα βράδυ, δύο γυναίκες από τα διπλανά διαμερίσματα την κυνήγησαν και έκτοτε αυτή η μυστήρια και αθόρυβη σκιά που κανείς δεν ήξερε ποιον γύρευε και τι ζητούσε έσβησε και δεν εμφανίστηκε ποτέ ξανά.
Μέχρι το πρωινό της 20ής Μαΐου που μεταμφιεσμένη την κοίταξε στα μάτια και της πέταξε το βιτριόλι της οργής στο πρόσωπο. Κρατώντας την περούκα και την τηλεκάρτα ως τα λάφυρα μιας αρρωστημένης τιμωρίας που η ίδια έπλασε στο μυαλό της και τώρα αρνείται να παραδεχτεί.
Αυτό ήταν το φινάλε μιας σχέσης που ακροβατούσε στα όρια μιας αδιάφορης γνωριμίας που ποτέ δεν εξελίχθηκε σε φιλία, αν και οι δύο κοπέλες γνωρίζονταν πολλά χρόνια. Η Έφη και η Άννα πήγαιναν στο ίδιο σχολείο στην Αμφιλοχία. Σχεδόν συνομήλικες, με πολλές κοινές παρέες, που όμως κατά έναν περίεργο τρόπο υπήρχε μεταξύ τους μια απόσταση.
Στην Αθήνα συναντιόντουσαν ελάχιστα, στο χωριό σε κάποιους γάμους και βαφτίσεις, και όμως, αν και είχαν πολλά κοινά χαρακτηριστικά -ακόμη και στην εμφάνιση- ποτέ δεν έδεσαν. Ισως είναι αυτό που λένε ότι τα ετερώνυμα έλκονται και τα ομώνυμα απωθούνται…
Η δικογραφία που σχημάτισε η Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Αθηνών μετά από έρευνες δύο εβδομάδων, μιλάει ξεκάθαρα για μια εμμονική ερωτική αντιζηλία μέσω των social media. Δεν είχε ούτε κρυφά ραντεβού, ανεκπλήρωτα πάθη και φλογερές νύχτες για δύο παράνομους εραστές, αλλά friend requests που διαγράφονταν και επανέρχονταν και κάποια likes σε αναρτήσεις και φωτογραφίες.
Ίσως, λένε οι αστυνομικοί, όλα να ήταν στο μυαλό της Έφης που έβλεπε στο πρόσωπο του Νώντα τον ιδανικό σύντροφο και τη συντοπίτισσά της ως την αιτία που η σχέση τους είχε βαλτώσει και οδηγούνταν σε αδιέξοδο.
Αμφιλοχία
Οι δύο ξανθιές γυναίκες που τις τελευταίες ημέρες πρωταγωνιστούν στα media και στις κουβέντες ανάμεσα στις παρέες είναι αυτό που με απλά λόγια λέμε «κορίτσια της διπλανής πόρτας». Γεννημένες στα μέσα της δεκαετίας του ’80, σε δύο διπλανά χωριά στην περιοχή του Βάλτου Αμφιλοχίας, στον Σταθά και το Λουτρό, συναντιούνται για πρώτη φορά στο σχολείο, όμως διαγράφουν διαφορετικές πορείες, που σε κάποια χρονικά σημεία συναντιούνται και πάλι απομακρύνονται.
Τελειώνοντας το σχολείο, τόσο η Ιωάννα όσο και η Έφη κατεβαίνουν στην Αθήνα για να ζήσουν το όνειρο της πρωτεύουσας. Η εντυπωσιακή εμφάνιση που διαθέτουν και οι δύο αποτελεί διαβατήριο για να βρίσκουν εύκολα δουλειές που όμως δεν απαιτούν ιδιαίτερες δεξιότητες και προσόντα. Ετσι, αρχίζουν σιγά-σιγά να δικτυώνονται, να μπαίνουν σε παρέες, να αποκτούν φίλους και γνωστούς και να ζουν μια ευχάριστη ζωή στη μεγαλούπολη.
Στα χρόνια της Αθήνας, οι δύο ξανθιές κοντοχωριανές συναντιούνται σε γάμους, βαφτίσια και σε κοινές παρέες. Αποκτούν δε και μια μορφή μακρινής συγγένειας αφού άνθρωπος της οικογένειας του θύματος έχει κουμπαριά με την αδελφή της κατηγορούμενης.
Κάποια στιγμή γίνονται και «φίλες» στο Facebook… Ανταλλάσσουν likes στις φωτογραφίες, κάνουν κοινά check in, σχόλια, χωρίς ποτέ αυτή η διαδικτυακή σχέση να γίνει πραγματική. Και αυτός ήταν και ο λόγος που οι δύο «φίλες» δεν είχαν εντάσεις, προβλήματα, διεκδικήσεις.
Νοέμβριος 2018
«Πριν από περίπου δύο χρόνια, σε ένα καφενείο στην περιοχή του Ζωγράφου, γνώρισα μια γυναίκα σε κοινή παρέα. Η γυναίκα αυτή ονομάζεται Έφη και συνεχίσαμε να επικοινωνούμε φιλικά μέσω της διαδικτυακής εφαρμογής messenger όπου και αναπτύξαμε μια ελεύθερη ερωτική σχέση με την πάροδο του χρόνου, την οποία διατηρούμε μέχρι και σήμερα. Η σχέση μας δεν έχει ούτε εντάσεις ούτε πιέσεις και έχουμε βρεθεί κάποιες φορές, καθότι μένουμε και οι δύο στην περιοχή του Ζωγράφου. Με την εν λόγω γυναίκα δεν έχουμε σταθερή σχέση και γνωρίζω ελάχιστα για την προσωπική της ζωή», είπε στην κατάθεσή του στους αστυνομικούς ο Νώντας. Ο άνθρωπος που, άθελά του, έγινε η αφορμή η Έφη να αρχίζει να φαντάζεται διάφορα πράγματα και να βυθίζεται μέρα με τη μέρα σε μια διαστρεβλωμένη πραγματικότητα.
Οι μήνες που περνούν κυλούν ήρεμα. Για να φτάσουμε στον Νοέμβριο του 2018. Τότε που, όπως λέει ο Νώντας στην κατάθεσή του, «μέσω της διαδικτυακής εφαρμογής Messenger, λόγω των κοινών γνωστών που είχαμε, μου βγήκε ως προτεινόμενη διαδικτυακή φίλη μία ακόμη γυναίκα με το όνομα Ιωάννα, στην οποία και έκανα αίτημα φιλίας. Με την εν λόγω γυναίκα ανταλλάξαμε 5-10 τυπικά μηνύματα, πλην, όμως, δεν βρεθήκαμε ποτέ από κοντά και δεν υπήρξε εδώ και ένα έτος περαιτέρω επαφή μαζί της».
Τότε ξεκινάει και ένα αφόρητο pressing της Εφης στην Ιωάννα που βλέπει στη λίστα των κοινών φίλων της το όνομα του Νώντα. Αρχικά της ζητάει να μάθει ποιος είναι αυτός και τι παίζει μαζί του και στη συνέχεια της λέει να τον διαγράψει και να τον «ξεκόψει διαδικτυακά». Πράγματι, η Ιωάννα τον διαγράφει από φίλο και εκεί τα πράγματα φαίνεται να ηρεμούν.
Όμως η Ιωάννα και ο Νώντας τον Μάρτιο του 2019 γίνονται και πάλι φίλοι στο Facebook. Η Έφη που τσέκαρε καθημερινά τις κινήσεις, τις επαφές, τα likes του φίλου της στο Διαδίκτυο, το μαθαίνει και εξαγριώνεται. Κυριεύεται από μεγάλο θυμό και βράζει μέσα της. Όμως δεν χάνει τον έλεγχο. Συνεχίζει να μιλά με την Ιωάννα, να μαθαίνει νέα και να τσεκάρει καθημερινά τα δύο profiles. Και της «φίλης» και του φίλου της…
Μάλιστα, όταν οι αστυνομικοί επισκέφθηκαν την Ιωάννα στο Θριάσειο και ζήτησαν λεπτομέρειες για την κόντρα που είχε ξεσπάσει με την Έφη, η 34χρονη προσκόμισε στους αστυνομικούς screen shot από συνομιλίες που είχε στο messenger γιʼαυτό το θέμα.
Μετά από πέντε μήνες, αυτή η κόντρα φαίνεται να εκτονώνεται και τα πράγματα να επανέρχονται σε φυσιολογικά επίπεδα, με την Ιωάννα να έχει διαγράψει και πάλι τον Νώντα, θεωρώντας τον μια ασήμαντη και αδιάφορη επαφή. Μάλιστα, η Ιωάννα δεν το ανέφερε καν στους αστυνομικούς όταν στις πρώτες συναντήσεις που είχαν μαζί της ζήτησαν να ανακαλέσει περιστατικά ή πρόσωπα που ίσως έχουν σχέση με αυτή τη βάρβαρη επίθεση που δέχτηκε.
Το καρτέρι στο Μοσχάτο και ο «νοσοκομειακός ορός»
Στις αρχές του 2020 και αφού η Ιωάννα φαίνεται να έχει διαγράψει τον Νώντα και οι πιέσεις από την πλευρά της Έφης να έχουν σταματήσει, τα πράγματα αρχίζουν και πάλι να φουντώνουν. Η κατάθεση που έδωσε στους αστυνομικούς ένας γείτονας της Ιωάννας στο Μοσχάτο, δύο ημέρες μετά την επίθεση που δέχθηκε στο πρόσωπο με βιτριόλι, είναι αποκαλυπτική.
«Στις 22 Ιανουαρίου του 2020 και γύρω στις 22:00, ενώ βρισκόμουν στο διαμέρισμά μου, μπήκε ο γιος μου, ο οποίος επέστρεφε από το φροντιστήριο, και μου είπε τρομαγμένος ότι μπροστά από την πολυκατοικία κρυβόταν ένα άτομο το οποίο φορούσε μαύρα ρούχα και μαύρο σκούφο και το πρόσωπό του ήταν καλυμμένο με κασκόλ.
Επίσης μου είπε ότι το ίδιο άτομο βρισκόταν στο ίδιο σημείο και στις 19:45 της ίδιας ημέρας, την ώρα που έφευγε από την πολυκατοικία για να πάει στο φροντιστήριο. Αμέσως βγήκα στο μπαλκόνι και είδα αυτό το άτομο να έχει περάσει μέσα από την πρασιά της εισόδου της πολυκατοικίας κρατώντας αναμμένο φακό στο χέρι και το ρώτησα αυστηρά: “Ψάχνετε κάτι;”. Τότε έφυγε με ταχύ βήμα…
Μετά από δύο ημέρες ήρθε πάλι ο γιος μου από το φροντιστήριο και μου είπε ότι ήταν κάτω το ίδιο άτομο. Μέχρι να βγω στο μπαλκόνι είχε εξαφανιστεί. Την επομένη, Δευτέρα 27 Ιανουαρίου, περί τις 20:30, ενώ βρισκόμουν εκτός της οικίας μου, με κάλεσε η σύζυγός μου και μου είπε ότι είδε από το μπαλκόνι μας το ίδιο άτομο να περπατάει κρατώντας στο χέρι μια πλαστική σακούλα, η οποία της έμοιαζε σαν νοσοκομειακός ορός. Επίσης μου είπε ότι από τη σωματοδομή κατάλαβε ότι επρόκειτο για γυναίκα».
Όπως είπε στους αστυνομικούς ο ένοικος της πολυκατοικίας, η ιστορία με τη μυστηριώδη γυναίκα με τον «νοσοκομειακό ορό» άρχισε να γίνεται θέμα συζήτησης στην ήσυχη γειτονιά του Μοσχάτου. Στη συνέχεια ο γείτονας περιγράφει τι συνέβη τις επόμενες ημέρες:
«Αρχές Φεβρουαρίου, γύρω στις 21:00, ενώ έμπαινα στην πολυκατοικία συνάντησα τη σύζυγό μου και μια γειτόνισσα να είναι αναστατωμένες γιατί είδαν πάλι την ίδια γυναίκα. Μπήκαμε στα διαμερίσματά μας και μετά από περίπου 45 λεπτά βγήκα στο μπαλκόνι και είδα ξανά την ίδια γυναίκα από κάτω. Βγήκα από το διαμέρισμα, χτύπησα το κουδούνι της γειτόνισσας και μαζί κατεβήκαμε κάτω. Κινηθήκαμε προς το μέρος της και μόλις μας είδε έκανε την αδιάφορη.
Της φώναξα: “Να σας ρωτήσω κάτι;”. Μόλις άκουσε τη φωνή μου πέρασε στην απέναντι πλευρά του δρόμου, συνεχίσαμε να την ακολουθούμε και ταυτόχρονα της φώναζα: “Πες μου τι κάνεις κάτω από το σπίτι μου κάθε μέρα; Θέλεις κάτι;”. Αυτή γύρισε και από απόσταση μου είπε: “Δεν θα σας δώσω και αναφορά”. Την πλησίασα στα τέσσερα μέτρα και τότε η γειτόνισσά μου είπε να την αφήσουμε, φοβούμενη μήπως έχει κανένα όπλο πάνω της.
Η γυναίκα αυτή φορούσε σκούρου χρώματος ρούχα, παλτό, σκούφο, κασκόλ γύρω από το πρόσωπό της και φαίνονταν μόνο τα μάτια της, ενώ κάποιες μπούκλες πετάγονταν στο μέτωπό της κάτω από το σκουφί. Ήταν ύψους 1.65 με 1.70, ούτε αδύνατη ούτε ευτραφής, τα μαλλιά της σκούρου χρώματος και τα μάτια της σκούρα. Αυτή ήταν η τελευταία φορά που την είδαμε. Κάθε βράδυ κοιτούσαμε έξω από το σπίτι και δεν την είδαμε ποτέ. Έπειτα ξεκίνησαν τα μέτρα αντιμετώπισης του κορωνοϊού και δεν κυκλοφορούσε κανείς».
Η Ελληνοαμερικανίδα Κωνσταντίνα Χατζηφωτίου
Όλα δείχνουν, όπως λένε οι αστυνομικοί, πως εκείνη την εποχή η Έφη είχε παθιαστεί με την Ιωάννα. Ήταν τέτοια η εμμονή της που την παρακολουθούσε στο σπίτι της στο Μοσχάτο για να της επιτεθεί. Όμως επειδή έγινε αντιληπτή από τους γείτονες, ανέβαλε τα σχέδιά της.
Όπως λένε οι αναλυτές της ΕΛ.ΑΣ., η 35χρονη, τις ημέρες της καραντίνας κατέστρωνε προσεκτικά το σχέδιό της. Και αυτή τη φορά το φρικαλέο σκηνικό δεν θα στηνόταν έξω από το σπίτι της κοπέλας στο Μοσχάτο, αλλά στην Καλλιθέα. Παρουσιάστηκε ως Κωνσταντίνα Χατζηφωτίου με καταγωγή από τον Καναδά που αναζητούσε δουλειά στην Καλλιθέα, πήρε την τηλεκάρτα, το βιτριόλι και έκλεισε το ταξί που θα τη μετέφερε στην ασφαλιστική εταιρεία που εργαζόταν ο στόχος της.
Μια κατάθεση που συμπεριλαμβάνεται στη δικογραφία ίσως λύσει το μυστήριο για το από πού προμηθεύτηκε το βιτριόλι. «Στις 18 Μαΐου βρισκόμουν εντός ανθοπωλείου-φυτωρίου στην Καλλιθέα. Κατά τη διάρκεια που βρισκόμουν έξω από το κατάστημα και περίμενα να εξυπηρετηθώ, ήρθε μια άγνωστη σε εμένα γυναίκα και ζήτησε από τον υπάλληλο να της δώσει βιτριόλι. Τότε γύρισα να την κοιτάξω, καθώς μου έκανε εντύπωση αυτό που ζήτησε, και αντίκρισα μια γυναίκα ημεδαπή, μεταξύ 30-40 ετών, αδύνατη, με ανοιχτό χρώμα ματιών και ντυμένη με καθημερινά ρούχα. Αλλα χαρακτηριστικά δεν κατάφερα να συγκεντρώσω και δεν γνωρίζω αν πραγματοποίησε τελικά την αγορά».
Οι κάμερες έχουν καταγράψει την Έφη την ώρα που φεύγει αναστατωμένη από τη λεωφόρο Θησέως, όμως κανείς δεν την είδε την ώρα που έμπαινε ή έβγαινε από την ασφαλιστική εταιρεία. Μοναδική μάρτυρας, το θύμα.
Η περιγραφή που έδωσε στους αστυνομικούς είναι συγκλονιστική. «Είδα ξαφνικά μπροστά μου μια γυναικεία φιγούρα η οποία φορούσε μαύρη προστατευτική μάσκα, ήρθε κοντά μου, με κοίταξε στα μάτια και χωρίς να μου πει τίποτα μου πέταξε στο πρόσωπο κάποιο καυστικό υγρό. Αυτή μετά έφυγε τρέχοντας από τη γυάλινη πόρτα εξόδου προς άγνωστη κατεύθυνση, εγώ αρχικά κοίταξα την μπλούζα μου γιατί νόμιζα ότι μου έριξε καυτό καφέ, αλλά αυτό άρχισε να μυρίζει άσχημα και μου φάνηκε ότι ήταν κάποιο καυστικό υγρό γιατί κατάλαβα ότι ήταν παχύρρευστο.
Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν να τρέξω αμέσως στο απέναντι φαρμακείο, ενώ παράλληλα ούρλιαζα από τους πόνους για βοήθεια. Αισθανόμουν εκείνη τη στιγμή να πρήζεται το πρόσωπό μου και τα χέρια μου να καίνε. Οταν έφτασα στο φαρμακείο άρχισα να φωνάζω για βοήθεια και να λέω στη φαρμακοποιό ότι κάποιος μου πέταξε κάτι καυστικό στο πρόσωπο…», περιέγραψε στην πρώτη συνάντηση που είχε με τους αστυνομικούς η 34χρονη Ιωάννα.
Η δράστις με τους αστυνομικούς δεν ήταν καθόλου συνεργάσιμη. Αρνήθηκε τη λήψη βιολογικού υλικού και δεν έβγαζε κουβέντα, δείχνοντας να είναι αποστασιοποιημένη από την πραγματικότητα. Αυτό που μένει είναι να δούμε τι θα πει την Τρίτη στην απολογία της στον ανακριτή.
Θα ομολογήσει άραγε τα όσα φρικτά διέπραξε σηκώνοντας το βάρος και τις συνέπειες των επιλογών της ή θα προτιμήσει για άλλη μια φορά τον δρόμο της σιωπής, αρνούμενη ότι ήταν εκείνη που κατέστρεψε με αυτή τη μεσαιωνικού τύπου τιμωρία το όμορφο πρόσωπο της Ιωάννας;
Ο συνήγορος της 35χρονης, Σάκης Κεχαγιόγλου, αναφερόμενος στην υπόθεση τονίζει: «Η ενδελεχής μελέτη της δικογραφίας θα οδηγήσει σε συμπεράσματα σχετικά με την εμπλοκή της εντολέως μου. Η μέχρι στιγμής θέση της είναι ότι δεν εμπλέκεται στην υπόθεση. Η δε τραγική ψυχολογική της κατάσταση, επί του παρόντος, δυσχεραίνει τη νηφάλια ανάλυση των δεδομένων. Ελπίζω οι επόμενες ώρες και ημέρες να επιτρέψουν μια πιο ψύχραιμη ματιά στα γεγονότα».
Για τα μάτια του Νώντα
Είναι ωραίος, επικοινωνιακός και κάθε άλλο παρά απαρατήρητος περνά από τις γυναίκες. Ο 40χρονος άνδρας που έγινε εμμονή στη συνομήλική του γυναίκα, σε βαθμό που για τα μάτια του να πάρει βιτριόλι και να κάψει το πρόσωπο και το σώμα της κοπέλας που θεώρησε αντίζηλό της, δεν είχε στο μυαλό του γάμους και οικογένεια: ούτε μαζί της, ούτε προς το παρόν, τουλάχιστον.
Ο ίδιος, άλλωστε, το κατέθεσε ξεκάθαρα στην Αστυνομία: «Είχα μαζί της (σ.σ.: με την κατηγορούμενη) ελεύθερη ερωτική σχέση», είπε.
Πρώην μπάρμαν -έχει εργαστεί σε διάφορα μαγαζιά στα Επτάνησα, αλλά και στην Αθήνα- νυν υπάλληλος σε μια εταιρεία, ο νεαρός άνδρας φαίνεται να αγαπά τα ταξίδια και τη διασκέδαση, όπως κάθε άνθρωπος στην ηλικία του. Ο γοητευτικός άνδρας που παρ’ όλα αυτά κρατά χαμηλό προφίλ, είναι οπαδός του Ολυμπιακού και βρέθηκε στο στόχαστρο της 35χρονης, η οποία επένδυσε σε μια σχέση που για εκείνον ήταν ελεύθερη και περιστασιακή.
Ο 40χρονος στην κατάθεσή του περιέγραψε: «Πριν από περίπου δύο χρόνια σε ένα καφενείο στην περιοχή του Ζωγράφου γνώρισα μία γυναίκα σε κοινή παρέα… Συνεχίσαμε να επικοινωνούμε φιλικά, μέσω Messenger, και τελικά αναπτύξαμε μια ελεύθερη ερωτική σχέση, την οποία διατηρούμε μέχρι και σήμερα. Η σχέση μας δεν έχει ούτε εντάσεις ούτε πιέσεις και έχουμε βρεθεί κάποιες φορές, καθώς μένουμε και οι δύο στην περιοχή του Ζωγράφου.
Με την εν λόγω γυναίκα δεν έχουμε σταθερή σχέση και γνωρίζω ελάχιστα για την προσωπική της ζωή. Λόγω των κοινών γνωστών που είχαμε μου βγήκε σαν προτεινόμενη διαδικτυακή φίλη η Ιωάννα, στην οποία και έκανα αίτημα φιλίας. Με την εν λόγω γυναίκα ανταλλάξαμε 5-10 τυπικά μηνύματα, πλην όμως δεν βρεθήκαμε ποτέ από κοντά και δεν υπήρξε εδώ και έναν χρόνο περαιτέρω επαφή μαζί της».
Αυτά τα μηνύματα, που ο ίδιος χαρακτήρισε τυπικά, αλλά και κάποια likes σε φωτογραφίες της Ιωάννας πυροδότησαν τη ζήλια της 35χρονης που βρήκε απάντηση στο όμορφο πρόσωπο της Ιωάννας στο γιατί ο άνδρας-αντικείμενο του πόθου της δεν την έβλεπε «σοβαρά».
Η ζήλια της ήταν παθολογική, ενώ είχε φτάσει να προκαλέσει και επεισόδια. Σύμφωνα με πληροφορίες, μάλιστα, η 35χρονη είχε φτάσει να τον ρωτήσει ευθέως αν είχε σχέση με την Ιωάννα, με εκείνον να μη δίνει σημασία στην εμμονή της και να την αγνοεί, χωρίς βεβαίως ποτέ να μπορεί να φανταστεί τι θα ακολουθούσε.
Φυλακή μέχρι 12,5 χρόνια για το κακούργημα της Έφης
Αντιμέτωπη με το ενδεχόμενο προφυλάκισής της βρίσκεται πλέον η 35χρονη γυναίκα η οποία φέρεται ως η δράστις της επίθεσης με βιτριόλι σε βάρος της 34χρονης Ιωάννας, στις 20 Μαΐου, στην Καλλιθέα. Η κατηγορουμένη μετά την ποινική δίωξη που της ασκήθηκε την περασμένη Πέμπτη βαρύνεται με το κακούργημα της απόπειρας ανθρωποκτονίας με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, αδίκημα που σηκώνει ακόμη και προσωρινή κράτηση.
Αντιμετωπίζει, επίσης, και την πλημμεληματική κατηγορία της απείθειας. Η άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος της 35χρονης για απόπειρα ανθρωποκτονίας και όχι για το αδίκημα της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης αλλάζει πάντως σημαντικά τα δεδομένα της μεταχείρισής της από τη Δικαιοσύνη. Καταρχάς, η άσκηση δίωξης για το εν λόγω αδίκημα, σύμφωνα με πληροφορίες, βασίζεται νομικά στο γεγονός ότι η ποσότητα του καυστικού υγρού, που κατά τη δικογραφία η κατηγορουμένη έριξε στο πρόσωπο αλλά και το σώμα της 34χρονης Ιωάννας, ήταν πολύ μεγάλη και δυνητικά θα μπορούσε να την έχει σκοτώσει.
Μάλιστα, στο διαβιβαστικό έγγραφο της δικογραφίας αναφέρεται πως από την εργαστηριακή πραγματογνωμοσύνη που διενεργήθηκε στο σημείο της επίθεσης «προκύπτει ότι το υγρό της επίθεσης περιείχε πυκνά διαλύματα θειικού οξέος, το οποίο σύμφωνα με τους πραγματογνώμονες αξιωματικούς μπορεί να προκαλέσει σε σοβαρές εκθέσεις το θάνατο».
Αξίζει να σημειωθεί πως από τα στοιχεία που έχουν γίνει γνωστά μέχρι σήμερα για την κατάσταση της υγείας της Ιωάννας, η νεαρή γυναίκα από την επίθεση που δέχθηκε έχει υποστεί εγκαύματα από το βιτριόλι στο 93% του προσώπου αλλά και το 30% του σώματός της.
Για το κακούργημα της απόπειρας ανθρωποκτονίας με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, ο νέος Ποινικός Κώδικας προβλέπει ποινή που ξεκινάει από 12,5 έτη κάθειρξη και φτάνει μέχρι τα πέντε έτη φυλάκισης. Αν, ωστόσο, το δικαστήριο αναγνωρίσει στον δράστη ενός τέτοιου εγκλήματος ελαφρυντικό, τότε η ποινή μπορεί να μειωθεί ακόμη και στα 2,5 έτη και να εκλείψει έτσι κάθε πιθανότητα ο καταδικασθείς να οδηγηθεί στη φυλακή.
Αντίθετα, αν είχε ασκηθεί σε βάρος της 35χρονης δίωξη για το αδίκημα της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης, τότε η ποινή που θα μπορούσε να της επιβληθεί θα ήταν, το ανώτερο, δέκα έτη κάθειρξης. Μάλιστα, για τη συγκεκριμένη κατηγορία θα ήταν σχεδόν αδύνατο το ενδεχόμενο προφυλάκισης της 35χρονης, σύμφωνα και με εγκύκλιο του Αρείου Πάγου.
Ανεξάρτητα, ωστόσο, από την έκβαση που μπορεί να έχει μια ενδεχόμενη δίκη ενώπιον Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου για ένα τέτοιο αδίκημα, αυτή τη στιγμή η νεαρή γυναίκα από το χωριό Σταθά της Αιτωλοακαρνανίας ενδέχεται μετά την απολογία της να οδηγηθεί στις φυλακές. Πάντως, μέχρι στιγμής η ίδια αρνείται κάθε εμπλοκή της στην υπόθεση και, όπως μάλιστα έλεγαν πρόσωπα του περιβάλλοντός της, δείχνει εντελώς αποστασιοποιημένη και απόμακρη από όσα της καταλογίζουν.
Τέλος, νομικοί κύκλοι μιλώντας στο «ΘΕΜΑ» διατύπωναν ερωτήματα αναφορικά με το αδίκημα βάσει του οποίου οι Αρχές προέβησαν σε έρευνα και κατάσχεση στο σπίτι της 35χρονης, δεδομένου ότι δεν υπήρχε διάπραξη αυτόφωρου κακουργήματος.
protothema.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου